“The Leftovers Fetish”- Όταν κάποιος νομίζεις ότι είναι τσιγκούνης αλλά στην πραγματικότητα έχει βίτσιο με ό,τι έχεις χρησιμοποιήσει

"The Leftovers Fetish"- Όταν κάποιος νομίζεις ότι είναι τσιγκούνης αλλά στην πραγματικότητα έχει βίτσιο με ό,τι έχεις χρησιμοποιήσει

Όταν τα "απομεινάρια" σου, φαίνονται σαν οικονομία για την τσέπη, αλλά στην πραγματικότητα είναι κάτι παραπάνω: ένα άβολο σεξουαλικό φετίχ

Γράφει η Έλενα Φάκου

Αυτή είναι μια ιστορία για το “φετίχ με τα απομεινάρια” μιας ψυχοσεξουαλικής κατάστασης που τα σημάδια της μπερδεύουν πολύ αυτούς που το αντιμετωπίζουν, καθώς μοιάζει με την κοινή τσιγκουνιά, όμως στην πραγματικότητα είναι κάτι παραπάνω από αυτό: Μια διεγερτική εμμονή με ό,τι έχει προηγουμένως χρησιμοποιήσει ο ερωτικός σύντροφος του ατόμου που τη βιώνει, όχι μόνο επειδή αισθάνεται ότι με αυτό τον τρόπο εξοικονομεί χρήματα αλλά επειδή ταυτόχρονα παίρνει κι ένα “τρόπαιο” που το ερεθίζει ερωτικά. Ουσιαστικά το άτομο που έχει “leftover fetish” έχει μετατρέψει την δυσλειτουργία του να αναπτύσσει συναισθήματα και να προσφέρει, σε προσωπικό σεξουαλικό κίνητρο. 

"The Leftovers Fetish"- Όταν κάποιος νομίζεις ότι είναι τσιγκούνης αλλά στην πραγματικότητα έχει βίτσιο με ό,τι έχεις χρησιμοποιήσει

Η Ελισάβετ χρησιμοποιούσε την πλατφόρμα του LinkedIn για να βλέπει επαγγελματικές αγγελίες και να προβάλλει τη δουλειά της, αλλά κάθε φορά που έμπαινε, ένιωθε πως όλοι οι υπόλοιποι ήταν εξαιρετικά καταρτισμένοι και η ίδια δεν καταλάβαινε σχεδόν τίποτα από τους πηχυαίους τίτλους τους σε περισπούδαστα αγγλικά. Αναρωτιόταν έντονα αν όλοι αυτοί που αναζητούσαν υπαλλήλους με τόσα πολλά προσόντα τελικά βρίσκουν, πόσα χρήματα κερδίζουν άραγε αυτοί οι άνθρωποι και πως μοιάζουν. Αν τελικά εκεί έξω υπήρχαν τόσες πολλές διάνοιες, τότε πού ακριβώς συχνάζουν, γιατί όσους γνώριζε μέσα από το δικό της επαγγελματικό κύκλο, ο οποίος δεν ήταν και ακριβώς στενός, διαμαρτύρονταν για τις αμοιβές τους και δεν είχαν και τόσο συγκλονιστικές ικανότητες. Ωστόσο, για να υπάρχει προσφορά και ζήτηση, προφανώς υπήρχαν και οι τέλειοι υποψήφιοι για αυτές τις dream jobs, επομένως ένιωθε πάλι ανεπαρκής αλλά συνέχιζε τη ζωή της.

Σπάνια, έσπαγε λίγο με κάποιες διαφορετικές αναρτήσεις της την αυστηρά επαγγελματική ροή του LinkedIn, γράφοντας κάτι λιγότερο επίσημο έτσι για να σπάσει τη μονοτονία. Μια μέρα, ένας τύπος τον οποίο δεν είχε ξαναδεί στους ακολούθους της, αντέδρασε σε μια από αυτές τις αναρτήσεις. Έδωσε σημασία στη φωτογραφία προφίλ του και της φάνηκε ενδιαφέρουσα. Μετά τον ξέχασε και τον ξαναθυμήθηκε ύστερα από περίπου ένα μήνα, όταν εκείνος ξαναεμφανίστηκε με ακόμη μια αντίδραση, αυτή τη φορά σε επαγγελματική της ανάρτηση.

Σκέφτηκε να κάνει το βήμα να του στείλει ένα μήνυμα πρώτη και το έκανε. Της απάντησε αμέσως και κάπως έτσι ξεκίνησαν να ανταλλάσσουν μηνύματα κάπως βαρετά, αλλά έτσι είναι τα πρώτα μηνύματα με κάποιον που δεν γνωρίζεις καθόλου, πλην ελάχιστων εξαιρέσεων. Παρόλο που η συζήτηση προχωρούσε αλλά δεν γινόταν πιο συναρπαστική, αντάλλαξαν κινητά και τη συνέχισαν στο Viber. Η αλήθεια είναι πως φαινόταν ένας άνθρωπος που δεν είχε το ταλέντο να σε κερδίσει με την γραπτή επικοινωνία, αλλά έγραφε σωστά ελληνικά, έκανε μια καλή δουλειά και ήταν εμφανίσιμος. Παρόλο που δεν έδινε την εντύπωση του βιαστικού και διαθέσιμου, τελικά ήταν και τα δυο και ζήτησε από την Ελισάβετ να βγουν ένα ραντεβού για φαγητό ή ποτό την ίδια κιόλας μέρα που επικοινώνησαν γραπτώς.

Δεν ένιωθε έτοιμη να το κάνει και προτίμησε να δώσει ακόμη λίγο χρόνο στην εξ αποστάσεως επικοινωνία τους για να χτυπήσει λίγο παραπάνω η καρδιά της και να σταματάει να κλωτσάει το μυαλό της. Της έκανε εντύπωση το γεγονός πως τις επόμενες ημέρες, της έστελνε μηνύματα τακτικά μέσα στην ημέρα αλλά δεν την είχε καλέσει ποτέ στο τηλέφωνο. Ο ίδιος είχε δικαιολογήσει αυτή τη συμπεριφορά του, λέγοντας πως γενικά δεν είναι κοινωνικός, αλλά εσωστρεφής και αποφεύγει να μιλά τηλεφωνικά εκτός κι αν αυτό κρινόταν απολύτως απαραίτητο. Ούτε η Ελισάβετ μιλούσε στο τηλέφωνο ακατάπαυστα, αλλά όχι και καθόλου. Θεωρούσε την συνομιλία σύνδεση και πίστευε πως βοηθάει να γνωρίσεις κάποιον καλύτερα απ΄ότι το texting, όμως με τον συγκεκριμένο άνθρωπο το τηλεφώνημα δεν ερχόταν από μεριάς του. Ούτε εκείνη το επιχειρούσε όμως, επειδή δεν ήθελε να τον φέρει σε δύσκολη θέση, του έδινε και χρόνο και χώρο.

Μετά από λίγες ημέρες και αρκετή επιμονή να βρεθούν από την πλευρά του, ο Άγγελος, έτσι τον έλεγαν, την έπεισε να συναντηθούν για ένα φαγητό, μια νύχτα με πολύ κακό καιρό στο εστιατόριο που επέλεξε εκείνη. Την περίμενε στην πόρτα και φορούσε μια κακόγουστη μουσταρδί μπλούζα. Όταν κάθισαν στο τραπέζι μπόρεσε να τον παρατηρήσει καλύτερα. Ήταν όμορφος, αλλά είχε μάτια ψυχρά σαν φίδι και άδεια σαν κενοτάφιο. Αν και έκανε ένα επάγγελμα που απαιτούσε πολύ πάθος, εκείνος δεν είχε ούτε για δείγμα. Όχι για το επάγγελμά του, αλλά γενικότερα. Μιλούσε λίγο, απαντούσε συνήθως μονολεκτικά λέγοντας «ναι» και αν δεν κρατούσε τη συζήτηση ζωντανή η Ελισάβετ, η συζήτηση θα είχε αφήσει την τελευταία της πνοή. Ο τύπος ήταν βαρετός. Αλλά επειδή η Ελισάβετ είχε κακοπεράσει και με τις ψυχές της παρέας, είπε από μέσα της «Δε βαριέσαι» και έκανε μόνη της ποδήλατο μαζί με κουπί, για να μην επικρατήσει στο τραπέζι αμήχανη σιωπή.

Του πρότεινε να παραγγείλει ένα χορταστικό πιάτο και τον παρατηρούσε να το τρώει σα να είχε να φάει τέσσερις μέρες, μεθοδικά, κρατώντας πολύ αυστηρά τα μαχαιροπίρουνά του. Ο Άγγελος σχολίασε πως η σαλάτα είχε αρκετή ντομάτα και όχι λίγη όπως σε ένα εστιατόριο fine dining που είχε πάει μία και μοναδική φορά στη ζωή του μέχρι τότε. Η Ελισάβετ είχε πάρει ένα ελαφρύ ορεκτικό, είχε φάει το 1/8 και έπινε ένα ποτήρι κρασί για να τονώνει τη διάθεσή της ώστε να γίνεται ομιλητική για δυο.

Στο τέλος της βραδιάς, από τα πολύ λίγα που είπε, είχε μάθει για εκείνον πως το διαζύγιο των γονιών του είχε αφήσει τραύμα, ότι δεν είναι ικανοποιημένος από το επάγγελμά του ωστόσο αν και θα μπορούσε, δεν επιθυμούσε να το αλλάξει και πως δεν έχει πλέον φίλους. Ο Άγγελος για εκείνη δεν είχε μάθει τίποτα, αφού βασικά δεν είχε ρωτήσει. Την ώρα που ήρθε ο λογαριασμός, η Ελισάβετ πρότεινε να τον μοιραστούν και ο Άγγελος δεν διαφώνησε ακριβώς, αλλά έκανε την παρατήρηση πως εκείνος είχε φάει περισσότερο και μάλλον δεν ήταν δίκαιο αυτό το split. Η αλήθεια είναι πως η Ελισάβετ δεν είχε φάει παρά τρεις μπουκιές από το ορεκτικό της και είχε πιει ένα ποτήρι κρασί. Ο Άγγελος πλήρωσε. Η Ελισάβετ δεσμεύτηκε να κεράσει στο επόμενο ραντεβού και έφυγαν από το εστιατόριο ενώ έβρεχε καταρρακτωδώς.

Μπήκαν τρέχοντας στο αυτοκίνητο της καθώς εκείνη είχε παρκάρει απ’έξω ενώ εκείνος μακριά και προσφέρθηκε να τον πάει στο δικό του. Αντάλλαξαν ένα φιλί για καληνύχτα όμως η Ελισάβετ ένιωθε σαν να φιλούσε κάτι χωρίς ζωή. Άνοιγε τα μάτια της και έβλεπε έναν ωραίο άντρα, με τον οποίο όμως δεν μπορούσε να συνδεθεί συναισθηματικά και εγκεφαλικά με τίποτα, τα έκλεινε και δεν εισέπραττε καμία θετική σεξουαλική δόνηση. Νόμιζε πως μπορεί να έφταιγε εκείνη, που ίσως ακόμη δεν ήταν έτοιμη ψυχή και σώμα για να επικοινωνήσει μαζί του. Μετά αμφέβαλλε όμως, καθώς δε μπορεί να ήταν και τόσο ανέτοιμη. Δεν έβρισκε κάτι άσχημο στο φιλί τους, αλλά δεν έβρισκε και κάτι ωραίο. Εκείνος της πρότεινε να πήγαιναν κάπου αλλού για να συνεχίσουν. Εκεί κατάλαβε πως τη συγκεκριμένη ημέρα δεν ήθελε, έτσι τον άφησε στο αυτοκίνητό του για να τελειώσει αυτή η βραδιά που κουράστηκε να μιλάει και να λαμβάνει απαντήσεις με το σταγονόμετρο.

Τις επόμενες ημέρες, ο Άγγελος της έστελνε τυπικά και τακτικά μηνύματα και εκείνη του απαντούσε χωρίς ιδιαίτερο ενθουσιασμό. Αυτός έβλεπε τις απαντήσεις της αρκετές ώρες αργότερα και συντηρούσαν μια επικοινωνία όπως ένας ηλιακός το νερό σε μια μέρα με λίγο ήλιο: Χλιαρή. Δεν την έκανε με τίποτα να γουστάρει πολύ, δεν την άφηνε όμως να ξενερώσει και εντελώς. Περισσότερο όμως ήταν περίεργη, όχι ενθουσιασμένη.

Ήρθε η πρόταση για το δεύτερο ραντεβού από μεριάς του, στο οποίο οι δυο τους πήγαν σε ένα καλό εστιατόριο στο οποίο εκείνος έφαγε ακόμη περισσότερο από την προηγούμενη φορά και ενώ η Ελισάβετ συζητούσε κάτι αρκετά σοβαρό και ενδιαφέρον- κατά τη γνώμη της- εκείνος τη διέκοψε για να της πει ότι δε μπορεί να βλέπει το φαγητό που είχε απομείνει στο πιάτο της γιατί έχει φουσκώσει και κάλεσε τη σερβιτόρα να το μαζέψει. Τότε συνέβη μια ανατροπή η οποία εξέπληξε την Ελισάβετ αλλά έδειξε κατανόηση. Ο Άγγελος, ζήτησε να του βάλουν τα leftovers της σε πακέτο για να τα φάει την επόμενη ημέρα, κάτι που δεν συνηθίζεται σε εστιατόρια αυτής της κατηγορίας. Για την ακρίβεια, η Ελισάβετ το είχε δει τελευταία φορά να συμβαίνει σε μια ταβέρνα πριν από πολλά χρόνια που ένας μακρινός θείος της είχε πάρει τα αποφάγια για το σκύλο του. Παρόλα αυτά, έφυγαν από το ακριβό ρεστοράν με εκείνον να κρατάει τα δικά της αποφάγια σε μια σακούλα χωρίς να έχει σκύλο παρά μόνο δυο γλάστρες στο μικροσκοπικό του διαμέρισμα όπως της είχε αναφέρει. Τα πήρε για να τα φάει.

"The Leftovers Fetish"- Όταν κάποιος νομίζεις ότι είναι τσιγκούνης αλλά στην πραγματικότητα έχει βίτσιο με ό,τι έχεις χρησιμοποιήσει

Κάθισαν για λίγο σε ένα παγκάκι και αντάλλαξαν μερικά φιλιά τα οποία ή της φάνηκαν κάπως πιο ζωντανά ή απλά είχε αρχίσει να τον συνηθίζει. Ή μπορεί να είχε αρχίσει να πεθαίνει και η ίδια, δεν ήταν απολύτως σίγουρη. Της πρότεινε ακόμη μια φορά να βρεθούν κάπου πιο ιδιωτικά αλλά εκείνη και πάλι αρνήθηκε. Δεν το έκανε για λόγους σεμνοτυφίας, το έκανε επειδή δεν πετούσε ούτε το σώμα της μήτε το μυαλό της σπίθες. Αναρωτήθηκε ξανά αν το πρόβλημα ήταν η ίδια ή εκείνος. Πάντα έβαζε και τον εαυτό της στο κάδρο, ποτέ δεν τον έβγαζε απ’ έξω. Δεν ήταν σίγουρη για το τι ακριβώς την κρατούσε μουδιασμένη, αλλά ούτε σε εκείνο το δεύτερο ραντεβού ενέδωσε. Τον καληνύχτισε ρίχνοντας μια τελευταία ματιά στη σακούλα που κρατούσε με τα αποφάγια της και ξεκίνησε να πηγαίνει προς το σημείο που είχε παρκάρει το αυτοκίνητό της.

Όπως περπατούσε, παρατήρησε σε ένα τοίχο κάπου στη διαδρομή να είναι γραμμένες οι εξής φράσεις: “There is one truth about the world. It’s not the little things that matter. It’s the tiny things”. Kαι παραδόξως βρήκε μεγάλο νόημα σε αυτό το quote. Αν και δεν της πολυάρεσαν τέτοιου είδους γνωμικά, στο συγκεκριμένο, κατάλαβε τι ακριβώς την έκανε να φρενάρει απέναντι στο συγκεκριμένο άνδρα: Οι μικρές λεπτομέρειες. Αυτές ήταν που την χάλαγαν στη συμπεριφορά του και τελικά ήταν σημαντικές.

Η επικοινωνία τους συνεχίστηκε, με εκείνη να μην πιέζει καθόλου και εκείνον να σημειώνει μια πρόοδο και να επικοινωνεί περισσότερο μαζί της -για τα δικά του δεδομένα πάντα. Μάλιστα μίλησαν και μια φορά στο τηλέφωνο για δέκα ολόκληρα λεπτά, όταν της είχε τονίσει πως το ρεκόρ του ήταν η μισή ώρα και ήταν κάτι που τον είχε εξοντώσει. Οι μέρες περνούσαν και παρόλο που συνέχιζαν να ανταλλάζουν μηνύματα, φωτογραφίες και βίντεο, η Ελισάβετ δεν μπορούσε να νιώσει ότι τον πλησιάζει ούτε στο ενάμισι χιλιόμετρο. Ήταν σαν να είχε γύρω του ένα αόρατο προστατευτικό firewall το οποίο ήταν μυστηριωδώς απροσπέλαστο. Δεν είχε ποτέ απορίες για εκείνη, δεν έκανε ερωτήσεις πραγματικού ενδιαφέροντος και ήταν κοφτός στις απαντήσεις του, ίσως όχι ειδικά στην Ελισάβετ, μάλλον αυτό ήταν το στυλ του. Η Ελισάβετ που πίστευε πως μάλλον είναι ακόμη νωρίς για εκείνον, καθώς οι άνθρωποι δεν έχουν όλοι τους ίδιους χρόνους να νιώσουν οικεία με τους άλλους, του έδινε συνεχώς παράταση. Δεν καταλάβαινε ακριβώς το λόγο που του χάριζε χρόνο. Όχι δεν ήταν απελπισμένη, ίσως ήταν πολύ υποχωρητική ή αρκετά αισιόδοξη ή και τα δυο μαζί αλλά όντως αναρωτιόταν και η ίδια γιατί το έκανε. Και δεν κατέληγε κάπου.

Μετά από περίπου είκοσι ημέρες η Ελισάβετ αποφάσισε να δοκιμάσει να κάνει μαζί του σεξ. Μπορεί αυτό να ήταν κάτι που θα της έδινε την τελική απάντηση στο αν αυτός ο άνθρωπος κάνει ή δεν κάνει για εκείνη. Έκλεισε ένα δωμάτιο σε ένα καλό ξενοδοχείο και τον κάλεσε να περάσουν μαζί τη νύχτα. Αν και τη ρώτησε πόσο πλήρωσε για τη διαμονή, δεν προθυμοποιήθηκε να συμμετέχει. Εκείνος πήγε πρώτος γιατί τελείωνε τη δουλειά του νωρίτερα και όταν μπήκε στο δωμάτιο τον βρήκε να παίζει ένα video game. Δεν είχε ανοίξει την τηλεόραση, αλλά μόνο ένα σαπουνάκι στο μπάνιο. Με το που η Ελισάβετ μπήκε στο δωμάτιο και πριν καν προλάβει να πάρει μια ανάσα, την έπιασε και ξεκίνησε να τη φιλάει. Του ζήτησε λίγο χρόνο γιατί η αλήθεια είναι πως δεν είχε μπει με την ίδια αχαλίνωτη επιθυμία να κάνει σεξ από τα πρώτα τρεισήμισι λεπτά.

Τότε άνοιξε το σακίδιό του και έβγαλε από μέσα μια πρωκτική σφήνα. «Σου έχω πάρει ένα δώρο» της είπε. Η Ελισάβετ ξαφνιάστηκε με το δώρο που δεν είχε δει καθόλου να έρχεται, ειδικά με αυτή τη μορφή. Τον ρώτησε αν το έχει απολυμάνει και γιατί δεν έχει κουτί καθώς τα sex toys συνήθως δεν πωλούνται χύμα. Της απάντησε πως ήταν το τελευταίο κομμάτι από το sex shop που βρισκόταν δυο δρόμους πιο δίπλα και πως το έχει πλύνει. Με αυτά και με εκείνα, ο Άγγελος και η Ελισάβετ έκαναν σεξ. Αν και η επιθυμία της για εκείνον ήταν εγκεφαλικά νεκρή, σωματικά ανταποκρίθηκε. Εκεί ήταν που κατάλαβε πως όταν το σώμα δεν συνεργάζεται με το μυαλό της δεν περνάει πραγματικά καλά.

"The Leftovers Fetish"- Όταν κάποιος νομίζεις ότι είναι τσιγκούνης αλλά στην πραγματικότητα έχει βίτσιο με ό,τι έχεις χρησιμοποιήσει

Μόλις τελείωσαν εκείνος συνέχισε να παίζει βιντεοπαιχνίδι και εκείνη ξάπλωσε δίπλα του και ξεκουράστηκε. Παρήγγειλαν σούσι και μαντέψτε, ότι απέμεινε, το κράτησε για να το φάει την επόμενη ημέρα. Ξεκίνησαν να κάνουν μια συζήτηση κάτι που από μόνο του έκανε εντύπωση στην Ελισάβετ αφού δεν ήταν το δυνατό σημείο του Άγγελου, όμως το μόνο συμπέρασμα που έβγαλε από αυτήν την κουβέντα, ήταν πως συμφωνούσαν ότι διαφωνούσαν. Οι ιδέες τους ήταν εκ διαμέτρου αντίθετες. Εκείνος πίστευε στη συνωμοσιολογία των αντιεμβολιαστών και δεν ασπαζόταν το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού των ατόμων, εκείνη τα ακριβώς αντίθετα. Εκεί άρχισε να αντιλαμβάνεται πως ο λόγος που δεν την ιντρίγκαρε αυτός ο τύπος ήταν κυρίως εγκεφαλικός. Έκαναν και δεύτερη φορά σεξ, το σώμα της ανταποκρίθηκε ξανά, αλλά οι λόγοι ήταν ξεκάθαρα ανατομικοί.

Όταν η Ελισάβετ μπήκε για μπάνιο, εκείνος έπεσε για ύπνο. Εντελώς αθόρυβα. Σα νεκρός. Αυτό δεν ήταν κακό, αρκεί να του συνέβαινε μόνο όταν κοιμόταν και όχι όσο ήταν ξύπνιος. Έπεσε κι εκείνη δίπλα και αποκοιμήθηκε, μέχρι τις βάρβαρες έξι το πρωί που την ξύπνησε μια φλογέρα που ήταν το ξυπνητήρι του. Ο Άγγελος σηκώθηκε, έκανε ρομποτικές κινήσεις, ετοιμάστηκε για να φύγει και αφού είχε μαζέψει όλα του τα πράγματα τη ρώτησε «Που είναι το βοήθημα;» Η Ελισάβετ του απάντησε νυσταγμένη πως ήταν κάπου πάνω στο κομοδίνο της. Τότε εκείνος το πήρε, το κοίταξε και σχολίασε: «Θέλει πλύσιμο», αυτό όμως δεν τον απέτρεψε από το να το βάλει ξανά στο σακίδιό του και να φύγει.

Η Ελισάβετ, έμεινε στο κρεβάτι να σκέφτεται πως έκανε σεξ με έναν τύπο, ο οποίος της προσέφερε ένα δώρο, το οποίο εκείνη έβαλε στο πιο απόκρυφο σημείο της, μοιράστηκαν μαζί πολύ προσωπικές στιγμές και στο τέλος της ημέρας, ή μάλλον στην αρχή της επόμενης, εκείνος πήρε το δώρο που της έκανε πίσω, λερωμένο, κι έφυγε. Δεν του ξαναέστειλε μήνυμα ποτέ. Ούτε κι εκείνος. Η πρωκτική σφήνα αγνοείται.

Το μόνο που εντοπίστηκε μετά από όλη αυτή την ιστορία είναι το γεγονός πως ο Άγγελος δεν ήταν  απλά ένας regular τσιγκούνης. Ήταν ένας leftover φετιχιστής. Ένας άνθρωπος που είχε μετατρέψει  την αδυναμία σύνδεσης και προσφοράς που είχε σε σεξουαλικό φετίχ με τα απομεινάρια του άλλου, είτε αυτά ήταν τα αποφάγια του είτε ένα αντικείμενο που είχε βάλει μέσα του. Πέρασε αρκετός καιρός, πολλή σκέψη και λίγη έρευνα μέχρι η Ελισάβετ να καταλήξει σε ένα συμπέρασμα για την αμηχανία που της είχε προκαλέσει και την δύσκολη θέση στην οποία την είχε φέρει ο Άγγελος. Δεν του κράτησε ποτέ κακία. Εκείνος πάλι κράτησε την πρωκτική σφήνα. Ποιος ξέρει που την έβαλε.

*Αν θέλεις να διαβάσεις περισσότερες ιστορίες για σεξουαλικά φετίχ, μπορείς να διαβάσεις το βιβλίο της Έλενας Φάκου “Kink Motel, Το ξενοδοχείο των σκοτεινών πόθων” που κυκλοφορεί σε έντυπη μορφή από τις εκδόσεις Brainfood EΔΩ και σε ebook κάνοντας click ΕΔΩ

Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το βιβλίο τσέκαρε το www.kinkmotel.com

"The Leftovers Fetish"- Όταν κάποιος νομίζεις ότι είναι τσιγκούνης αλλά στην πραγματικότητα έχει βίτσιο με ό,τι έχεις χρησιμοποιήσει

Mademoiselle Dessou

Η Έλενα Φάκου θα μπορούσε να είναι μία ηρωίδα μυθιστορήματος του Μπουκόφσκι ή ταινίας του Ταραντίνο. Στην πραγματικότητα είναι μία φεμινίστρια που ψωνίζει πολλά παπούτσια, έχει αδυναμία στις γάτες της και η σούπερ δύναμη της είναι ότι μπορεί να εξαφανίζεται. Μεγάλωσε κάνοντας σκέιτμπορντ και διαβάζοντας κόμικς ενώ ενηλικιώθηκε μαθαίνοντας σούζα και χορεύοντας Tribal Techno. Kατάλάβε τι θέλει να κάνει στη ζωή της στα πέντε της χρόνια όταν ζήτησε για δώρο μία γραφομηχανή. Εδώ μπορείτε να διαβάσετε τη συνέχεια.